|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντεργατικά? — — τσεκούρα — ηλεκτρόδιο — ευήνεμος — κενότητα — ασκίδι — φιλοδίκαιος — αρωκαρία — ζουρλαίνομαι — κακομαθημένος — σταχωτής — εχθροπάθεια — θώς — ποδηγέτης — ξενύχιασμα — σείνω — αμαξουργείο — καπετάνισσα — πασιφιστής — αντεποινώ — Βλάχικα — ανέ |
|||