Новогреческий словарь
ενδοκαρδίτις
ενδοκαρδίτις
(-ιδος) η мед.
эндокардит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эндокардит
? —
ενδοκαρδίτις
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδοκαρδίτις
? — эндокардит
#
(ново)греческий словарь
—
αναψυκτήρας
—
εκρηγνύω
—
σοβατεπί
—
μπακάλης
—
μπεκρολόγημα
—
πολεμοποιός
—
τσαλακώνομαι
—
αμεταρρύθμιστος
—
δασωμένος
—
θερμομέτρηση
—
νέο
—
χρεωκοπώ
—
αναμάσημα
—
κομίστρια
—
αλευροπόλεμος
—
νεκρογενής
—
τουλίπη
—
αστροναυτική
—
σθεναρός
—
κλωστικός
—
παραμυθού
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве