|
не совершивший чуда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не совершивший чуда? — αθαματούργητος как с (ново)греческого переводится слово αθαματούργητος? — не совершивший чуда — ξεροπόταμο — κάλαθος — διεθνίστρια — λαοσύναξη — προτσές — βολτετζάρω — σύκο — ψαρωτικός — βροντοχτυπιέμαι — ολόχρυσος — ανακαθάρισμα — φηγός — Παν — καραϊβικός — συρματοποίηση — δεκοεννεαετής — λιγδιασμένος — ευδόκιμος — λειβάδα — γυναικότης — οιονεί |
|||