|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εμπλακείς? — — συνηλικιώτις — βοερός — λεμές — μπουσουλάω — κεφαλόδεμα — σύλον — χρυσοποικιλτική — ωτακουστικός — αρμεγάρης — ευκολονόητος — άργος — ένεμα — αμεταμφίεστος — προσήκον — κακώς — αργότερο — πρόσφυξ — σπιρτοθήκη — ημίμετρα — σφαιροειδής — λευχαιμικός |
|||