Новогреческий словарь
ενέταμον
ενέταμον
αόρ. от εντέμνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενέταμον
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ευαισθητοποιός
—
φρονιμεύω
—
αντεκδικητικά
—
στρατούρι
—
κατορύσσω
—
ποζάτος
—
ανθοπώλις
—
κρησαρίστρα
—
γρασαδόρος
—
χορηγός
—
εισκομίζω
—
εντοιχισμός
—
κηφηναριό
—
υπνωτίζω
—
αγρότισσα
—
φαρμακοδυναμικά
—
ανατροπέας
—
λαχταρώ
—
αυλωτός
—
φωναγωγός
—
κουρούπι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве