Новогреческий словарь
γοργοσβησμένος
γοργοσβησμέν|ος
быстро гаснущий, быстро затухающий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
быстро гаснущий
? —
γοργοσβησμένος
как на
(ново)греческом
будет слово
быстро затухающий
? —
γοργοσβησμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γοργοσβησμένος
? — быстро гаснущий, быстро затухающий
#
(ново)греческий словарь
—
μακρυά
—
θρησκοληψία
—
κατάκαρδα
—
ασκούμαι
—
χαλκοχοχική
—
ψυχοσύνθεση
—
ακολάκευτα
—
ηλεκτροδυναμική
—
πολύγονος
—
κολποσκόπιο
—
ληξίαρχος
—
πρωτομαρτιάτικος
—
ενάριθμος
—
φυτογραφία
—
ίδρωτας
—
καλντεριμιτζού
—
αραβοσιτέλαιο
—
σποράκι
—
αδειαστικά
—
παραπείθω
—
πάλιωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве