Новогреческий словарь
χειροπρίων
χειροπρίων
(-όνος) ο
ручная пила
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ручная пила
? —
χειροπρίων
как с
(ново)греческого
переводится слово
χειροπρίων
? — ручная пила
#
(ново)греческий словарь
—
τμητός
—
ανευρίσκω
—
αποστερεώνω
—
πληρώννομαι
—
περίζηλος
—
σύ
—
εξαπλώνω
—
αποκόλληση
—
ατιμωτικά
—
ωννομανής
—
χρυσοποικιλτικός
—
σκερτσάρω
—
μήκος
—
τροχονόμος
—
απολογισμός
—
ακατάληπτα
—
φιλοδοξώ
—
πατατόπιτα
—
αποτριχώνω
—
ακρόδεσμος
—
πανί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве