Новогреческий словарь
χαλκευτική
χαλκευτική
η
ремесло медника
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ремесло медника
? —
χαλκευτική
как с
(ново)греческого
переводится слово
χαλκευτική
? — ремесло медника
#
(ново)греческий словарь
—
αστάλακτος
—
προσπελάζοντες
—
εργασία
—
αυτοχειρίαση
—
ξεσπόριασμα
—
αδιόρατος
—
πέζο
—
ψιλοδουλεύω
—
ζορίζομαι
—
ξέθαμμα
—
απογείωση
—
αχαλάρωτος
—
ασήκισσα
—
κυπαρισσί
—
δεκατετράωρος
—
εξολοθρευτής
—
καπάρωμα
—
χορίαμβος
—
αποκοίμηση
—
σαζάνι
—
εξαπλώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве