|
см. γεμ-, γευμ- #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γιομ-? — — απλοχέρης — μπουμπούκι — ερεβίνθειος — σκαπουλάρω — τσίχλα — εύμολπος — κεραυνοβόλος — γατί — απροσκάλεστος — μηλοπόλεμος — ρητορική — αποκλίνω — παπαδιά — εθνικά — γρικω — νανοφυής — λεχρίτης — αρμπιρόζα — νομιμόφρονας — διστάζω — κουρνιάζω |
|||