Новогреческий словарь
ελεγκτήριο
ελεγκτήριο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ελεγκτήριο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σαρανταποδαρούσα
—
φημίζω
—
επιβοήθεια
—
εντερόκλυση
—
ψάρ
—
ρυπογόνος
—
κρεατίλα
—
υπόγειο
—
ετεροκινησία
—
γραπώνω
—
σφουγγίζω
—
αιδημόνως
—
αφολίδωτος
—
μπιμπερό
—
βιβλιολατρεία
—
κεφαλήστος
—
φίλεργος
—
αψυχόπονος
—
λησμονιούμαι
—
κανατάδικο
—
καλησπερίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве