Новогреческий словарь
αντιπλημμυρικός
αντιπλημμυρικός
предохраняющий от наводнения
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
предохраняющий от наводнения
? —
αντιπλημμυρικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντιπλημμυρικός
? — предохраняющий от наводнения
#
(ново)греческий словарь
—
απροκοπία
—
φροκαλώ
—
απόηχο
—
κοσμοπλημμύρα
—
μολυντικός
—
καρκννολογία
—
μεγαθυμία
—
καρδιόσχημος
—
επιφυλακτικότητα
—
τσάκωμα
—
βοσκαρέα
—
παιδεμένος
—
δρομομετρώ
—
ανασταλτός
—
ασβεστόλακκος
—
λαρυγγεκτομή
—
νοίκι
—
οπερεττικός
—
αλητεύω
—
βουλγάρική
—
δασύφωνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве