|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αριστερίζων? — — χρηστότητα — ξεσχολίζω — φαιο- — αρλουμπατζής — κακοφτιαγμένος — προαποφαίνομαι — συλλέκτης — βαυκάλημα — αδικαιολόγητα — ηγεμόνας — καταγίνομαι — ατοποθέτητος — οιονεί — καταριέμαι — ανεμότρατα — θαλαμοειδής — αεροχείμαρρος — καλούπωμα — φιστικοβούτυρο — ολόκοντα — σιχαίνομαι |
|||