|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποδίδων? — — ανημπορεσιά — αμμωνίται — διασαλευτής — τρυφηλός — λειχήν — ομοιομερής — γνωμολογώ — μονοπόδαρος — αμυγδαλοτομία — θρασύτητα — πολυέξοδα — πετσί — δυσφημίζω — ηλιοτρόπιο — αθροίζω — τριχιά — φορέω — γυναικοκαβγάς — αποκαλώ — θεμελιώνομαι — νεοφυής |
|||