|
η фарм. новокаин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово новокаин? — νοβοκαΐνη как с (ново)греческого переводится слово νοβοκαΐνη? — новокаин — δασκάλα — καλαμιώνας — στρεπτόκοκκος — γαλειά — γκουστέρα — φυσεκλίκι — στοχαστικός — αλατοστάθμιον — ξανάνιωμα — πεσιμιστικός — εμψύχωση — αυταπατώμαι — τιμάριθμος — υπέρτατος — διαρπαγή — βαστώ — ατμώδης — πόμολο — βρυσομάννα — ανιπτος — αποκρυσταλλώνομαι |
|||