|
плα кать навзрыд #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кать навзрыд? — αναλυγκιάζω как с (ново)греческого переводится слово αναλυγκιάζω? — кать навзрыд — διαβητικός — σφικτός — εξαφανίζω — γλυκοξημέρωμα — αθάνατοι — ξυστρίζομαι — παραφυλάττω — αφιλτράριστος — φορτοεκφόρτωση — συμβατικότητα — ψυχρολουσία — συλημένος — ανθρωπολόγος — αζούλιγος — φουριόζο — αμορφωσιά — ανάκρουσις — βρώσιμος — αρρύθμιστος — κεράστης — κακομοίρικα |
|||