|
το начёс, ворс #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово начёс? — κροκίδι как на (ново)греческом будет слово ворс? — κροκίδι как с (ново)греческого переводится слово κροκίδι? — начёс, ворс — γκρεμνίζω — σουρτούκεμα — επιδεινώνω — φιλέκδικος — ενστάζω — υπεραυξάνομαι — αντιπροσωπεύω — ερωτολογία — εκδυση — ξυλοχέρης — μοναρχικά — νοούμενο — δυσκινησία — ναρκωτισμός — φουσσατο — επιμεταλλώνω — πανταχόθεν — πολιτειολογία — δασύπτερος — ανοιχτοκαρδιά — νηστευτής |
|||