|
политиканский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово политиканский? — φαυλοκρατικός как с (ново)греческого переводится слово φαυλοκρατικός? — политиканский — αντιπροσωπεία — πολέμαρχος — στειρολόγημα — Πανελλαδικός — στομωμένος — κουρέας — ήχος — καταμετρητός — οδοιπορία — ραμολής — θρησκειολογία — αναμιμνήσκω — κολυμβητής — φάσκω — παντρεμένος — συγκαιριανός — άργεμον — κάμπια — δορυφορία — θυμητικό — καυλιτσέκι |
|||