Новогреческий словарь
βιδίτσα
βιδίτσα
η
винтик, шурупчик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
винтик
? —
βιδίτσα
как на
(ново)греческом
будет слово
шурупчик
? —
βιδίτσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
βιδίτσα
? — винтик, шурупчик
#
(ново)греческий словарь
—
πολιτογραφώ
—
αγιομάτιστος
—
ρυτιδώδης
—
υπεσχημένος
—
επικαρπωτής
—
αντικαταστάτισσα
—
μεταμόσχευση
—
πικρότητα
—
αγορίστικος
—
καλοταϊσμένος
—
αναφωνητής
—
αιθυλικός
—
ντούρος
—
κοντορεβιθούλης
—
άσπιτος
—
μαίευτρα
—
καταδίκη
—
υπνολαλιά
—
διάστικτος
—
συνεπώς
—
ακριοπόθητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве