|
грам. сложный (о словах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сложный? — παρασύνθετος как с (ново)греческого переводится слово παρασύνθετος? — сложный — αλατοποιήσιμος — ντόμπρα — επιδιδυμίς — ζητούμενος — γλωσσοδέτι — ωτακουστικός — ξεκλείδωμα — ενηλικιώνομαι — μυρμηκικός — ευφραίνομαι — διαμαρτυρώ — άγαντα — λάρναξ — βιασμός — κουμάσι — προαγορά — λυκόσκυλο — ερυσιβώ — αρχικλέφτρα — αφλούδιαστος — γνωστικός |
|||