Новогреческий словарь
αντεισαγγελέας
αντεισαγγελέας
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντεισαγγελέας
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σκελετωμένος
—
ατμοπλοία
—
καββάλα
—
εκφυλισμένος
—
κουνουποφάγος
—
ιδιοκατοίκητος
—
σωματάρχης
—
επαναπατρίζω
—
κακιωμένος
—
φαναρτζήδικο
—
λιγουλάκι
—
γερόντιο
—
αξάνοιχτος
—
βρωμόγρια
—
αποικιοποίηση
—
αναχεντρώνω
—
πρόληψη
—
γυάλινος
—
παγερός
—
μηχανιστικός
—
επιγένεση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве