|
ο англичанин, англичанка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово англичанин? — Ιγγλέζος как на (ново)греческом будет слово англичанка? — Ιγγλέζος как с (ново)греческого переводится слово Ιγγλέζος? — англичанин, англичанка — λαγαρός — βρασιά — αποτριχωτικός — υπόξινος — αρσενικώδης — αλευροπάζαρο — κορνιζώνω — χειλικόληκτος — γιγάντειος — αυτονομιστής — μεσσίας — απαρακώλυτος — χαριτωμενιά — σκατοφάγος — τεσσαροκάντουνος — στραπατσάδα — κωλόχορτο — νερομπούκαλο — χονδρογενής — ομόνοια — έγκαυμα |
|||