|
веять (зерно) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово веять? — απανεμίζω как с (ново)греческого переводится слово απανεμίζω? — веять — αναβαθμίση — ελεγειακός — ενάντια — στατιστική — διομολογώ — εκσλαυισμός — υποτιτλισμός — ντεφαιτισμός — καβουρδίζω — βουτυράς — φυγόμαχος — αψιλος — αξεσκόλιστος — φράπα — αιγυπτιολόγος — συγκρίνω — καταδικαστέος — θριαμβευτής — συγκεντρούμαι — γαλακτοκομικός — ασκούφωτος |
|||