|
η трут #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово трут? — ύσκα как с (ново)греческого переводится слово ύσκα? — трут — καλλιέργημα — διεκπρίω — αποβγάνω — ραβάρβαρον — σελήνη — ομόηχος — δισάκκι — ασκητήριο — άρση — απογιομίζω — ζυθόχορτο — αποκλεισμός — σόλφεζ — υδροηλεκτρισμός — οξειδωτής — λήστευση — εδώ — εγγλεζοφέρνω — αψίκορος — βάλανος — ένεση |
|||