Новогреческий словарь
Κόσοβο
Κόσοβο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
Κόσοβο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υδρομετέωρα
—
αφάνισμός
—
γυναικοσύνη
—
δυσάλωτος
—
αναφλέξιμος
—
αρμονία
—
αδικημένος
—
λιόδρομο
—
αγγειό
—
φιλοπαίγμων
—
δίνομαι
—
κλείνω
—
μορφασμός
—
ακτινενεργός
—
χειραγωγία
—
αλταϊκός
—
ψευδευλογία
—
πλαγνοφυλακή
—
απού
—
καφετερί
—
εκσκαφέας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве