|
το молочный сахар, лактоза #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово молочный сахар? — γαλακτοσάκχαρο как на (ново)греческом будет слово лактоза? — γαλακτοσάκχαρο как с (ново)греческого переводится слово γαλακτοσάκχαρο? — молочный сахар, лактоза — φθινοπωρινός — ιάγος — σπεκουλαδόρος — ανθρωπολατρία — αυροσάλευτος — κλεπτομανία — καφεθέατρο — ξυλοσπάστης — πονεπιστήμιο — οψοθήκη — ιλιγγιωδώς — φαγοκυτταρικός — κοτούλα — μητρίτιδα — εξαχρειωτικός — διακυλίω — ιεραπόστολος — σοφιστικέ — προβατικός — αθάνατος — αποπειρώμαι |
|||