|
ο продавец овощей, зеленщик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово продавец овощей? — ζαρζαβατσής как на (ново)греческом будет слово зеленщик? — ζαρζαβατσής как с (ново)греческого переводится слово ζαρζαβατσής? — продавец овощей, зеленщик — αργυροχόος — βοϊδοκέφαλος — ουρανόχρους — αυτοκρατορικώς — μίασμα — αλογοσύρτης — βραδυπορία — πιεστός — σταγόνα — ευλυγισία — παρηγορήτρια — φαινομενικός — ιστιοδρομικός — στείψιμο — νεκροτόμος — ανυπόβλητος — συρματένιος — κερατιάτικος — φιλοσκώμμων — αρραβωνιάζομαι — ρουμανικός |
|||