|
без ноши, ненагружеиный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово без ноши? — αζαλίκωτος как на (ново)греческом будет слово ненагружеиный? — αζαλίκωτος как с (ново)греческого переводится слово αζαλίκωτος? — без ноши, ненагружеиный — θιασώτις — τουρκεύω — καταπλακώνω — ανέπαφος — προτεκτοράτο — αξιομνημόνευτος — στανικός — ναυλολόγιο — μερικός — τζίτζικας — αμολλάρω — πιστόλι — ακροπελαγιά — τρελοκαμπέρω — αμαλάκυντος — νοικοκυρεύομαι — δαμασκηνί — αξιάγαστος — άπηχτος — αλαμπάδιαστος — αρχαιοπώλις |
|||