|
исчислимый, измеримый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово исчислимый? — αριθμητός как на (ново)греческом будет слово измеримый? — αριθμητός как с (ново)греческого переводится слово αριθμητός? — исчислимый, измеримый — ημιπληγία — επαναλαμβάνομαι — παπαγαλίστικα — βιντεοσκόπηση — αναξιοπιστία — δισκοβόλος — ξεφυσώ — συνεκπαιδεύω — ξαπλωμένος — δεσπότης — γκορτσιά — αιμοδοσία — τρίγλη — δεμάτισμα — καταδαμάζω — τριτάρικος — απρόλογος — φεστιβάλ — ερευνώ — βουβάλήσιος — ομαλότητα |
|||