Новогреческий словарь
κεκανονισμένος
κεκανονισμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κεκανονισμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανακαΐλα
—
αποστάθμηση
—
κοιλαίνω
—
γραφιστική
—
αληθομανία
—
υδρογνώμων
—
αντιθέτως
—
οποίος
—
σμήριγξ
—
μεσαιωνοδίφης
—
φαρμακώνω
—
αλεποπούρδι
—
μεγαλωμένος
—
υπογένειον
—
κατεργασία
—
ενεπρήσθην
—
απολλοτριωτός
—
λαούτο
—
πρωτο-
—
ασφαλτόστρωτος
—
ξύλο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве