|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διακύβευμα? — — αλιεία — ζαρζαβατζής — αλόξευτος — συγγνωστός — χουζούρι — ξέγνοιος — μούρη — διδακτέος — παραφθάνει — τσίγκος — ολήμερα — πρασόρυζο — ικτερώδης — λοξοκοίταγμα — ευμήκης — αβούτηκτος — τόρμος — βιβλιοταξία — ανάρμεγος — πλεχτό — θεατρομανία |
|||