Новогреческий словарь
εικοσιτετράωρο
εικοσιτετράωρο
το
сутки
;
ολόκληρο ~ — круглые сутки
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сутки
? —
εικοσιτετράωρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
εικοσιτετράωρο
? — сутки
#
(ново)греческий словарь
—
αφιλοπατρία
—
γλείφομαι
—
βλητικότητα
—
καζίκι
—
ανακηρύσσω
—
ηχοβόλιση
—
καμινέτο
—
ραπόρτο
—
καρρότσα
—
αναθίβαλμα
—
κρανιολογικός
—
κοσμέω-κοσμώ
—
μέδουσα
—
υγρό
—
μύριοι
—
συνύφανση
—
αριστεροκρατούμαι
—
γριίστικος
—
λογοτεχνία
—
τσουχτερός
—
μελιτοφόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве