|
ο, η метеоролог, синоптик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово метеоролог? — μετεωρολόγος как на (ново)греческом будет слово синоптик? — μετεωρολόγος как с (ново)греческого переводится слово μετεωρολόγος? — метеоролог, синоптик — πλειονότητα — ζαρζαβατικό — γαϊδουρίζω — σαμπρέλα — ξυρόν — πριονόμυλος — κύρ — οικοπεδάκι — παπαριά — παράφρων — Παναμέζος — μετρημός — μαγκούφα — κατηγορουμένη — συγγενικός — αγκαθάκι — ανάφαγος — ευκλείδειος — στροβομύτης — προφυλακή — επιχρυσώνω |
|||