|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово νεοπαγανιστικός? — — θεοτικός — θρησκευάμενος — ακαριαίος — αρχεγονία — βρισιάρα — καρδινάλιος — υδρόψυκτος — ερμηνευμένος — παραμεσημβρινός — μάξι — φάρυγγας — απιδρομή — διεζευγμένος — ζαχαρώνω — μεσάζω — αντιμαρτυρία — τάδε — Κυρα-Μαριώ — αναχωρώ — κολλώδιο — μασκαράτα |
|||