|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρεπόμενο? — — αυθεντία — αρτυμένος — ώσπερ — καλλίγραμμος — μπαταξής — ηλεκτραρνητικότητα — μακρόσωμος — στρήβω — χαντάκωμα — ιματιοφύλακας — ακρόρριζα — κολιαντρίζω — έπηξα — διάστιχο — ζέβω — παππούδες — κλάδος — φυσικοπυρηνικός — άγγελος — κολληταρτζής — ξυλιά |
|||