|
η 1) ректорат; 2) ректорство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ректорат? — πρυτανεία как на (ново)греческом будет слово ректорство? — πρυτανεία как с (ново)греческого переводится слово πρυτανεία? — ректорат, ректорство — χωροταξικός — μετέωρο — μελοδραματικός — σκύμνος — νομικά — ξαγορασμός — ομιλώ — μαλλιά — λιθοβολώ — φοινικέλαιο — ελαιοφυτεία — τριγύρω — καθεκλοποιός — ανεπιγνώστως — ανίσκιωτος — αποκρύπτω — ναύτης — αχτιδοστέφανο — ιστιοραφώ — παραγιομίζω — κλασμένος |
|||