|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρδιοσωσμός? — — αγριωσύνη — σάκα — Ιάπων — σεπτός — ντεφαιτιστής — ψείρισμα — βαστώ — αλαβαστρίτης — βρεσιμιό — αγαλβάνιστος — γουρλής — κρησαρίστρα — καταβολισμός — γερο- — εξέχων — ανακόλουθος — αντικρυστός — κάνα — αεροπορικός — χρυσόλιθος — έκθεμα |
|||