|
τα мор. шпангоут #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шпангоут? — εγκοίλια как с (ново)греческого переводится слово εγκοίλια? — шпангоут — αιώνια — αεριοειδής — μεζελίκι — οργανοπαίκτης — ανακατωτός — νυχτόημερα — αυταρχικότητα — Μαυροβούνια — ρεγάλο — γαστερόποδα — εμός — λωποδύτης — βαρυποινίτης — συνεφαπτομένη — ξαναβάζω — χειροτεχνία — σταλίδωμα — κοντόσωμος — αρκτικός — γερομπασμένος — τσακισμένος |
|||