|
ο лингв. варваризм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово варваризм? — βαρβαρισμός как с (ново)греческого переводится слово βαρβαρισμός? — варваризм — αμνοφαγία — αποστολικός — αναβίωμα — συγγραφή — αρρητίνωτος — ποτάζω — απρομελέτητος — αφυδάτωση — ψεκασμός — επταμηνιαίος — προσταγή — τσορβάς — κορωνίδα — άγιασμα — εορτάσιμος — παρερμηνεία — ζιμπούνι — κλεφτρόνι — απειλητικός — σύστημα — διάκονος |
|||