Новогреческий словарь
ξεδένω
ξεδένω
отвязывать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
отвязывать
? —
ξεδένω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξεδένω
? — отвязывать
#
(ново)греческий словарь
—
σάκχαρη
—
διαβολικός
—
ανεμορρούφουλας
—
υποκαίω
—
υποτυπωδώς
—
μαχμούρλίδισσα
—
ανάπηρος
—
μαστοράκι
—
διευθετήσιμος
—
γιασεμί
—
παγίδα
—
κοσμογυρισμένος
—
απαπούτσωτος
—
αντισφαίριση
—
αλλόχθων
—
ακαθύβριστος
—
φραγκοράφτρα
—
ελληνοπούλα
—
γλυκοζαχαρένιος
—
πατέντα
—
προστυχόκοσμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве