|
1) синий; 2) подсинённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово синий? — λουλακάτος как на (ново)греческом будет слово подсинённый? — λουλακάτος как с (ново)греческого переводится слово λουλακάτος? — синий, подсинённый — αφαλός — φόρος — οδύνη — ανοσοποιητικός — τυχοδιωκτικός — αγουροφάγος — φτάκοιλο — ριζοτομώ — αγαπημός — ατιμασμός — αχυροκοπτικός — κλαδεύτρια — σακκολαίφη — αυγαταίζω — αλιτήριος — γαλέττα — ακταιωρία — βοηθός — κωλομπινές — συναισθηματισμός — πανταλονάκι |
|||