|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ενοφθαλμία? — — πολύφωτο — μεζεκλής — δημοσιότητα — λέβ — υποχρεωτικότητα — βασιλόπαιδο — καθεκλοποιία — βρωμάνθρωπος — κοσπεντάρικο — καλαίσθητα — ξεπέτα — λεμφοκοκκίωμα — γελασηνός — ανακωχάζω — εικονοκλάστης — περίοπτος — ασβεστάδικο — παρωρεία — ψήγμα — ξυράφι — ερημόνησο |
|||