Новогреческий словарь
σουβαντίζω
σουβαντίζω
штукатурить
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
штукатурить
? —
σουβαντίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
σουβαντίζω
? — штукатурить
#
(ново)греческий словарь
—
γλυκοματ-
—
πρωτοδουλεύω
—
υποψάλλω
—
ακούρνιαχτος
—
κτηνοτροφή
—
δεκαεξαετής
—
ξεκουτιάρης
—
ξακρίζω
—
σπουρδακύλα
—
πιθαμφορέας
—
φαυλοκρατία
—
μπατακτσηλίκι
—
διάδυση
—
αδιασάλευτος
—
μασουλίζω
—
υπερφορτώνω
—
βαρυποινίτης
—
αναλήθεια
—
ενδόσιμος
—
διαχύσεις
—
σουσουράδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве