|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παλικαριάτικο? — — φυτικός — παριστώ — δέσμιος — αναγινώσκω — προβόδισμα — βασίλεμα — απομυξίζω — θλάση — Σταμάτιος — φωνομετρικός — τσαρδάκα — διατρυπώ — μπαρουταποθήκη — μετωπικά — γιδογραίκι — πεντάδα — ζανταλώνομαι — θανατώνω — λιγώτερος — δασμολογώ — Μαυροβούνιος |
|||