Новогреческий словарь
λιοπύρι
λιοπύρι
το
зной, жара
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
зной
? —
λιοπύρι
как на
(ново)греческом
будет слово
жара
? —
λιοπύρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιοπύρι
? — зной, жара
#
(ново)греческий словарь
—
ανεντρόπιαστος
—
πολυμάθεια
—
θεοποιούμαι
—
διάστολας
—
υπερθέρμανση
—
αστακός
—
απάνθρωπα
—
δραματουργώ
—
φεγγάριασμα
—
ακυριολεξία
—
αντιστρόφως
—
μεταγράφω
—
εννιάρι
—
στούπωμα
—
απώλεια
—
φροντιστηριακά
—
κουτσομπόλεμα
—
βυτιοποια
—
ξυπόλητος
—
προεξόφληση
—
παπάρας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве