Новогреческий словарь
οκτάπους
οκτάπους
(-οδός) 1.
восьминогий
;
2. (о)
осьминог
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
восьминогий
? —
οκτάπους
как на
(ново)греческом
будет слово
осьминог
? —
οκτάπους
как с
(ново)греческого
переводится слово
οκτάπους
? — восьминогий, осьминог
#
(ново)греческий словарь
—
παρετυμολογικώς
—
κεραμιδάδικο
—
σαρανταπενταρίζω
—
ρεζεδά
—
αφιλόξενος
—
αλωνιστής
—
σφαιρωτός
—
ανοφανταρενό
—
φιδόγλωσσα
—
ατμόλουτρο
—
Ικάρων Σχολή
—
κυτταρογενετιστής
—
μύγδαλο
—
αναπαριστάνω
—
διπλόστομος
—
λιθοθρύπτης
—
έμβολο
—
μασητικός
—
επαναδραστηριοποίηση
—
ηττώμαι
—
συγχώνευμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве