|
неборонованный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неборонованный? — αβωλοκόπητος как с (ново)греческого переводится слово αβωλοκόπητος? — неборонованный — διαζωμάτιο — φιλοκίνδυνος — κοντράλτο — ξηρίον — πειρατικός — κοττόπιττα — φρουτόδεντρο — θρησκευάμενος — πάστωμα — φωτόφωνο — ναυπηγοεπισκευαστικός — ελκύω — εφτακόσιοι — ριζοβόλημα — αντιπροσαγορεύω — γλοιφός — ευθειακός — διοχετεύσνμος — καθεκλοποιείο — συμμορίτικός — πλήττω |
|||