|
быстрокрылый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быстрокрылый? — γοργοφτέρωτος как с (ново)греческого переводится слово γοργοφτέρωτος? — быстрокрылый — περιπατήτρια — καρφωτός — βραχονησίδα — δικαιοδοσία — ποσοτικός — σχηματοποίηση — αναλογιστής — πανουκλιάζω — βασανιστής — αμυγδαλή — Υ — πολωτής — φωτοστέφανο — διφθεροπώλης — καμπανιστός — αυξημένος — αποστραγγιστήρας — μυτιλοτροφείο — αθήρ — αποκαρώνομαι — αρχίτερα |
|||