|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεγαλοφρόνως? — — χονδρός — ελληνόπουλο — απρόσκοφτος — κλιμάκιο — αρόσιμος — ξερράγιασμα — εμπεριστατωμένος — εξάγω — παρατυγχάνω — θήκη — παρασπονδώ — γαϊτανάκι — χοχλάζω — αχνάρι — μαργαριτάρι — αποτυχεμένος — αυχμός — παραλαβή — εκλεπτυσμένα — ρινηλάτης — ανίερα |
|||