Новогреческий словарь
Αλγερίνη
Αλγερίνη
η 1)
алжирка
;
2) ист.
пиратка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
алжирка
? —
Αλγερίνη
как на
(ново)греческом
будет слово
пиратка
? —
Αλγερίνη
как с
(ново)греческого
переводится слово
Αλγερίνη
? — алжирка, пиратка
#
(ново)греческий словарь
—
ξεκουρνιάζω
—
κεδρωτός
—
παρουσία
—
πλήθος
—
νοσηρός
—
πανομοιότυπο
—
μοιρόγραφτο
—
σμήγμα
—
γαλαξίνα
—
ανεμομάζωχτος
—
κλωστική
—
επιβράδυνση
—
μικροχειρουργός
—
μεταδότης
—
νεότευκτος
—
ομοιοπλασία
—
καταχαλνώ
—
μουστακοδέτης
—
ψόγος
—
ακύρτωτος
—
διαχειμάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве