Новогреческий словарь
αιωνίως
αιωνίως
m ti asxoliese?
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αιωνίως
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αβυθομέτρητος
—
τεσσάρι
—
αλατοδοχείο
—
αμνοερίφια
—
ροδοδάφνη
—
κατασιγάζω
—
εξωτερικός
—
περίσσιος
—
βαρυβάρβιτος
—
δεκαέξι
—
μερινός
—
αμεταπώλητος
—
στολοδρομία
—
ενεργητικός
—
ζωοκτόνος
—
μερεμέτισμα
—
κάβος
—
μοράβια
—
μάρα
—
διοργονωτικός
—
ανορμήνευτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве